
Πως και πως το περίμενα τούτο το Σάββατο. Αλλιώς το περίμενα κι αλλιώς μου βγήκε. Και τα όνειρα που έκανα για χουχούρεματα με πυτζάμα, όλη μέρα κλεισμένη μέσα, ήρθαν και γίνανε μια γλυκιά μελαγχολία, κάτι σαν αναπόληση, σαν ταξίδεμα στο γκρίζο που έχει απλώσει τα φτερά του πάνω απ' τη μέρα.
Κι όπως χαμένη διαβάζω εικόνες μεταλλαγμένες σε λέξεις, το γκρίζο μου γίνεται πιο σκούρο και σκοτεινιάζει η μέρα.....

Όπως το χειμώνα η ανάγκη να ζεσταίνεις το κορμί σου, έτσι και τώρα, σαν ανάγκη βγαίνουν στο χαρτί όλα εκείνα που βιάζουν την ψυχή σου.
Άλλοι το λένε πνίξιμο, εγώ το λέω φωτιά. Καίει τα σωθικά σου και το μόνο ανθρώπινο ον που μπορεί να παρέμβει στη σωτηρία σου, είσαι εσύ.
Εκείνη τη στιγμή της αυτοκαταστροφής, πρέπει να παλέψεις, να σηκωθείς, και να τρέξεις προς την έξοδο κινδύνου

Αδύναμη και παράλληλα δυνατή... Ποιος μπορεί να ξέρει το άγνωστο σου? ποιος εκείνες τις ατέλειωτες στιγμές, μπορεί να σε τραβήξει από την Άβυσσο σου? Ποιος μπορεί να περάσει στο απροσπέλαστο?
ΚΑΝΕΝΑΣ!! Μόνο ΕΣΥ!!!!
Κι έτσι προχωράς , μαθαίνοντας τα τόσα θέλω,τα πόσα μπορώ κι επαναστατόντας με απεργίες σιωπής, βαδίζεις σ' ένα παρανάλωμα πυρός, διαβάζοντας τα εσώψυχα σου και πονάς.


Να μην χρειάζεται να ανακαλύψεις, να ψάξεις, να είναι εκεί κάθε στιγμή, η ίδια... σαν από πάντα. Σαν να μην γεννήθηκες ποτέ ή θα πεθάνεις κάποτε...Να φυλακίσεις μια εικόνα και κάθε στιγμή αμφισβήτησης να την κοιτάζεις και να λες: αυτή είναι... δεν αλλάζει... η ίδια...
Τόσα γιατί, τόσα πως , πού να τα χωρέσεις? Τα πνίγεις μέσα στην Άβυσσο σου, μαζί μ' εσένα και παίρνεις χούφτες θάλασσα να σβήσεις τις φλόγες σου.....
Αλήθεια...
Πόσες τέτοιες στιγμές δεν έχουμε ζήσει όλοι μας? Πόσες τέτοιες αλήθειες δεν ξεγυμνώθηκαν μπροστά στα μάτια μας?Πόσες φορές δεν κολυμπήσαμε ο καθένας μας τη δικιά του γαληνεμένη ή άγρια θάλασσα?
Κι όμως είμαστε εδώ να θυμόμαστε... να ξεχνάμε... να ελπίζουμε....

Γιατί αυτή είναι η πραγματική έννοια του υπάρχω: ΑΝΤΕΧΩ